Στην Ομοιοπαθητική χρησιμοποιείται κυρίως το ιατροκεντρικό μοντέλο θεραπείας, είναι δηλαδή ευθύνη του γιατρού να βρει ή να μην βρει το σωστό Ομοιοπαθητικό, με την συνεργασία βέβαια του ασθενούς.
Στην Ψυχοθεραπεία κυρίως το συμμετοχικό μοντέλο, όπου την ευθύνη για το εσωτερικό του ταξίδι, την έχει ο θεραπευόμενος με τον ψυχοθεραπευτή να τον συνοδεύει διακριτικά.
Διαφορές / Δυσκολίες :
Από την διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο ιατροκεντρικό μοντέλο της Ομοιοπαθητικής και στο συμμετοχικό της ψυχοθεραπείας μπορεί να προκύψουν δυσκολίες στην περιφρούρηση του ψυχοθεραπευτικού πλαισίου.
Επίσης μπορεί εξαρτησιακοί και μεταιχμιακοί θεραπευόμενοι, δύσκολα να αντισταθούν στον πειρασμό, να προβάλουν στον θεραπευτή τον ρόλο του σωτήρα, και να μην αναλάβουν την ευθύνη για την αρρώστια και την θεραπεία τους.
Ο θεραπευτής από την άλλη χρειάζεται οξυδέρκεια, γνώσεις και κυρίως εμπειρία και των δύο συστημάτων, ώστε να μπορεί να διακρίνει πότε η βελτίωση, ή η επιδείνωση οφείλεται στην Ομοιοπαθητική και πότε στην Ψυχοθεραπεία.
Επίσης απαιτείται από την μεριά του θεραπευτή να έχει προχωρήσει την προσωπική του θεραπεία και να έχει κάνει εκτεταμένη δουλεία με τον εαυτό του. Να έχει δηλαδή βιωματική εμπειρία της θέσης του θεραπευόμενου και να μπορεί να διακρίνει τα δικά του αντιμεταβιβαστικά συναισθήματα και τα τυφλά του σημεία.
Παρόλες τις δυσκολίες που αναφέρθηκαν, όταν ο θεραπευτής έχει την απαραίτητη εμπειρία και την προαπαιτούμενη δουλεία με τον εαυτό του, όταν η θεραπευτική σχέση έχει εκβαθυνθεί και στηρίζεται σε αμοιβαία εκτίμηση, ενδιαφέρον και αγάπη, και ο θεραπευόμενος συγκροτείται και ωριμάζει σταδιακά, τότε εύκολα αυτές μπορούν να παρακαμφθούν.
Συμπερασματικά χρειάζεται να υπάρχει βαθειά γνώση και εμπειρία από την πλευρά του θεραπευτή και των δύο συστημάτων και συνειδητή προσωπική θεραπευτική δουλειά με τον εαυτό του, ώστε να μην μπερδευτεί ανάμεσα στις υπερκαλύψεις των ρόλων και στην διαχείριση του ζητήματος της ¨ευθύνης¨